Από την Κική Φέσκου, φαρμακοποιό Προσοχή! • Για την αποφυγή ανάπτυξης μικροβίων ανθεκτικών στα αντιβιοτικά και τη διατήρηση της αποτελεσματικότητας της κεφακλόρης και των άλλων βακτηριοκτόνων φαρμάκων, τα αντιβιοτικά πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο στην πρόληψη ή αντιμετώπιση μικροβιακών λοιμώξεων που αποδεδειγμένα προκαλούνται από ευαίσθητους σε αυτά μικροοργανισμούς. |
Γενικές πληροφορίες Η κεφακλόρη είναι ένα βακτηριοκτόνο αντιβιοτικό που ανήκει στην ομάδα των ημισυνθετικών κεφαλοσπορινών 2ης γενιάς. Το 1948 ο Giuseppe Brotzu απομόνωσε τις πρώτες κεφαλοσπορίνες από το μύκητα cefa-losporium acremonium που εντοπίστηκε στις ακτές της Σαρδηνίας. Ενδείξεις Η κεφακλόρη ενδείκνυται στη θεραπεία των παρακάτω λοιμώξεων, όταν αυτές προκαλούνται από τα στελέχη που αναφέρονται: • Μέση ωτίτιδα προκαλούμενη από Strepto- coccus pneumoniae, Haemophilus influenzae, Staphylococci και Streptococcus pyogenes. • Λοιμώξεις κατώτερης αναπνευστικής οδού, συμπεριλαμβανομένης της πνευμονίας, που προκαλούνται από Streptococcus pneumoniae, Haemophilus influenzae και Streptococcus pyogenes. • Φαρυγγίτιδα και αμυγδαλίτιδα προκαλούμενες από Streptococcus pyogenes. • Λοιμώξεις κατώτερης ουροφόρου οδού, συμπεριλαμβανομένης της πυελονεφρίτιδας και κυστίτιδας, προκαλούμενες από Escherichia coli, Proteus mirabilis, Klebsiella spp. • Δερματικές λοιμώξεις προκαλούμενες από Streptococcus pyogenes και Staphylococcus aureus. Κατάλληλη καλλιέργεια και βακτηριολογικές εξετάσεις πρέπει να γίνονται ώστε να προσδιορίζεται η ευαισθησία του παθογόνου μικροοργανισμού στην κεφακλόρη. Αντενδείξεις Η χορήγηση κεφακλόρης αντενδείκνυται σε ασθενείς με γνωστή αλλεργία στα βακτηριοκτόνα αντιβιοτικά που ανήκουν στην ομάδα των κεφαλοσπορινών, αλλά και σε αυτούς που έχουν ιστορικό αναφυλακτικής αντίδρασης στις πενικιλίνες. Αλληλεπιδράσεις • Ασθενείς που λαμβάνουν κεφακλόρη μπορεί να εμφανίσουν λανθάνουσα θετική αντίδραση για ύπαρξη γλυκόζης στα ούρα, όταν κατά την ανάλυσή τους χρησιμοποιούνται τα αντιδραστήρια Benedict και Fehling. • Έχει αναφερθεί αυξημένη αντιπηκτική δράση όταν η κεφακλόρη χορηγείται μαζί με αντιπηκτικές ουσίες που λαμβάνονται από το στόμα. • Η κεφακλόρη μπορεί να επηρεάσει την αποτελεσματικότητα μερικών αντισυλληπτικών σκευασμάτων (συνδυασμένου τύπου), οδηγώντας σε εγκυμοσύνη. Δοσολογία - τρόπος χορήγησης Η κεφακλόρη χορηγείται από το στόμα με ή χωρίς φαγητό. Η συνιστώμενη δοσολογία είναι: Ενήλικες: η συνήθης δόση είναι 250mg κάθε 8 ώρες. Σε πιο σοβαρές λοιμώξεις (π.χ. πνευμονία) η δόση μπορεί να διπλασιαστεί. Παιδιά: η προτεινόμενη δόση είναι 20mg/kg ημερησίως σε μοιρασμένες δόσεις κάθε 8 ώρες. Η κεφακλόρη μπορεί να χορηγηθεί και σε ασθενείς με μέτρια ή σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια. Στις περιπτώσεις αυτές η συνιστώμενη δόση συνήθως μένει αμετάβλητη. Στη θεραπεία λοιμώξεων από β-αιμολυτικούς στρεπτόκοκκους η αγωγή πρέπει να χορηγείται για 10 ημέρες τουλάχιστον. Υπερδοσολογία Τα τοξικά συμπτώματα που συνοδεύουν την υπερδοσολογία μπορεί να περιλαμβάνουν ναυτία, εμετό, επιγαστρική δυσφορία, διάρροια. Η σοβαρότητα της επιγαστρικής δυσφορίας και της διάρροιας είναι δοσοεξαρτώμενη. Η εμφάνιση άλλων συμπτωμάτων οφείλεται συνήθως σε νόσο που συνυπάρχει, π.χ., αλλεργική αντίδραση ή κάποια άλλη δηλητηρίαση. Ανεπιθύμητες ενέργειες • Αντιδράσεις υπερευαισθησίας έχουν αναφερθεί στο 1,5% περίπου των ασθενών και περιλαμβάνουν δερματικά εξανθήματα, κνησμό, κνίδωση και θετική δοκιμασία άμεσου Coombs*. Πιο σοβαρές αντιδράσεις υπερευαισθησίας όπως αναφυλαξία, πολύμορφο ερύθημα, σύνδρομο Stevens-Johnson και τοξική επιδερμική νεκρόλυση, αναφέρονται σπάνια. • Στο γαστρεντερικό σύστημα αναφέρεται διάρροια, ναυτία, εμετός, επιγαστρικός φόρτος. Ψευδομεμβρανώδης κολίτιδα μπορεί να εμφανιστεί κατά τη διάρκεια ή μετά τη θεραπεία με αντιβιοτικά. Έτσι, σε περιπτώσεις όπου οι ασθενείς εκδηλώνουν διάρροια με τη χρήση των αντιβιοτικών απαιτείται η ενημέρωση του θεράποντος γιατρού. Σπάνια έχουν αναφερθεί παροδική ηπατίτιδα και χολοστατικός ίκτερος. • Επιλοιμώξεις από ανθεκτικούς μικροοργανισμούς μπορεί να εμφανιστούν. Σπάνια έχει αναφερθεί ηωσινοφιλία, θρομβοκυτοπενία, αναστρέψιμη διάμεση νεφρίτιδα, κνησμός γεννητικών οργάνων και κολπίτιδα. * Οι παρακάτω ανεπιθύμητες ενέργειες έχουν αναφερθεί σε ασθενείς που λαμβάνουν κεφακλόρη χωρίς όμως να είναι σαφής η αιτιολογική συσχέτιση. • Κ.Ν.Σ.: αναστρέψιμη υπερδραστηριότητα, νευρικότητα, αϋπνία, σύγχυση, υπερτονία, ζάλη, κεφαλαλγία, παραισθήσεις, υπνηλία. • Ήπαρ: παροδικές αυξήσεις στις τιμές SGOT, SGPT, αλκαλικής φωσφατάσης. Σπάνια ηπατική δυσλειτουργία συμπεριλαμβανομένης της χολόστασης. • Αιμοποιητικό σύστημα: παροδική λεμφοκυττάρωση, λευκοπενία, αιμολυτική αναιμία, απλαστική αναιμία και αναστρέψιμη ουδετεροπενία. • Νεφροί: ελαφριά αύξηση του BUN* ή της κρεατινίνης (< 1 στα 500) και παθολογικά ευρήματα στη γενική εξέταση ούρων. * Στις ήδη αναφερόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες που παρατηρούνται σε ασθενείς που λαμβάνουν κεφακλόρη προστίθενται οι εσφαλμένες εργαστηριακές τιμές και οι ανεπιθύμητες αντιδράσεις των αντιβιοτικών της τάξης των κεφαλοσπορινών που συνήθως είναι: πυρετός, πόνος στο υπογάστριο, νεφρική δυσλειτουργία, τοξική νεφροπάθεια, αιμορραγία, λανθάνοντες θετικοί έλεγχοι για γλυκόζη στα ούρα, αυξημένη χολερυθρίνη, αυξημένες τιμές LDH, πανκυτοπενία*. * πανκυτοπενία = παθολογική κατάσταση που χαρακτηρίζεται από μειωμένο αριθμό ερυθρών αιμοσφαιρίων, λευκών αιμοσφαιρίων και αιμοπεταλίων. Πολλές κεφαλοσπορίνες εμπλέκονται στην πυροδότηση επιληψίας, ειδικά σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια όταν η δόση τους δεν μειώνεται. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να σταματήσει η χορήγηση του φαρμάκου και να χορηγηθούν αντιεπιληπτικά αν η χορήγησή τους ενδείκνυται κλινικά. Κύηση - Γαλουχία Η κεφακλόρη πρέπει να χορηγείται σε περίοδο εγκυμοσύνης μόνο όταν κρίνεται αυτό απολύτως απαραίτητο. Επειδή είναι άγνωστη η επίδραση της κεφακλόρης στα βρέφη, απαιτείται προσοχή όταν χορηγείται σε μητέρα που θηλάζει. Μικρές ποσότητες κεφακλόρης έχουν ανιχνευτεί στο μητρικό γάλα έπειτα από λήψη 500 mg. Τα ίχνη ανιχνεύθηκαν σε 1 ώρα. Εμπορικά σκευάσματα Ceclor / Φαρμασέρβ-Λίλλυ Α.Ε.Β.Ε.: • caps 500mg |
|