"Tο Υπουργείο Υγείας μετά τη συνάντηση του υπουργού κ. Λοβέρδου με τους εκπροσώπους των φαρμακοποιών, ανακοίνωσε τις εξής ρυθμίσεις όσον αφορά τα φαρμακεία:
1. Απόλυτη απαγόρευση κάθε ιδιοκτησιακού περιορισμού.
2. Εξαίρεση μόνο για τις πληθυσμιακές ανάγκες με σκοπό την διασπορά των φαρμακείων και την εξυπηρέτηση του πολίτη (η Ελλάδα ως νησιωτική χώρα γεμάτη από ορεινό όγκο). Το κριτήριο από 1:1500, γίνεται 1:1000
3. Πλήρης απελευθέρωση ωραρίου για Σάββατο - Δευτέρα - Τετάρτη.
4. Η έκπτωση μεσοσταθμική ανέρχεται στο 4,5%. Εδώ να προστεθεί στα ακριβά φάρμακα το κέρδος των φαρμακοποιών έπεσε ευθέως στο 14,3% (από 35%). Τα ακριβά φάρμακα αποτελούν το 20% της συνολικής φαρμακευτικής δαπάνης των ασφαλιστικών ταμείων.
5. Οι συμπράξεις/ συνεταιρισμοί / εταιρείες αδειούχων φαρμακοποιών επιτρέπονται.
Αν και οι παραπάνω ρυθμίσεις χρειάζονται αποσαφήνιση, η πρόθεση του υπουργείου Υγείας να προχωρήσει σε υιοθέτηση μέτρων που δεν συμπεριλαμβάνονται στο μνημόνιο (κατά κύριο λόγο το ιδιοκτησιακό) και μάλιστα αιφνιδιαστικά και χωρίς καμία συνεννόηση με τους φαρμακοποιούς, δημιουργεί την εντύπωση ότι οι διαπραγματεύσεις και ο διάλογος ήταν προσχηματικές.
Δημιουργείται πλέον η αίσθηση ότι το υπουργείο υπηρετεί όχι τα συμφέροντα του ελληνικού λαού και τα δικαιώματά του σε φαρμακευτική περίθαλψη, αλλά τα συμφέροντα μεγάλων επιχειρήσεων που θέλουν να κερδοσκοπήσουν στο φάρμακο, με το πρόσχημα της απελευθέρωσης ενός επαγγέλματος (φαρμακοποιού), το οποίο δεν είναι καν κλειστό επάγγελμα.
Τα επιχειρήματα του Συντονιστικού εκπορεύονται από τις τελεσίδικες αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και πιο συγκεκριμένα:
1. Η απόφαση C-171/07 και C-172/07 του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου η οποία υπογραμμίζει την αναγκαιότητα, για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας, τα φαρμακεία να βρίσκονται στην ιδιοκτησία αποκλειστικά και μόνο φαρμακοποιών. Επομένως η άρση κάθε ιδιοκτησιακού περιορισμού για τα φαρμακεία δεν μπορεί να συμπεριλαμβάνει ρύθμιση η οποία θα δίδει το δικαίωμα σε μη φαρμακοποιούς, να εκμεταλλεύονται φαρμακεία.
2. Η μεταβολή του πληθυσμιακού ορίου από 1 φαρμακείο ανά 1500 κατοίκους σε 1 φαρμακείο ανά 1000 κατοίκους, αν και φαίνεται να δίδει το δικαίωμα σε νέους συναδέλφους να ανοίξουν νέο φαρμακείο, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη θέση του Υπουργού Υγείας για μία πιο μακροπρόθεσμη πολιτική που θα οδηγήσει σε μείωση του αριθμού των φαρμακείων προκειμένου να ελεγχθούν αποτελεσματικότερα οι φαρμακευτικές δαπάνες. Η θέσπιση γεωγραφικών και πληθυσμιακών ορίων για την ίδρυση φαρμακείου είναι σύμφωνη με απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (C-570/07 και C-571/07) και το Συντονιστικό υποστηρίζει ότι αυτοί οι περιορισμοί πρέπει να επιτυγχάνουν την καλύτερη γεωγραφική και πληθυσμιακή διασπορά των φαρμακείων. Η μείωση του πληθυσμιακού ορίου που φέρνει το Υπουργείο Υγείας πολύ πιθανόν να οδηγήσει σε αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης χωρίς να προσφέρει επί της ουσίας, καλύτερη διασπορά των φαρμακείων και των υπηρεσιών που αυτά προσφέρουν. Επίσης η ύπαρξη σήμερα 12.000 (δώδεκα χιλιάδων) φαρμακείων σε όλη την ελληνική επικράτεια (η μεγαλύτερη αναλογία φαρμακείων προς κατοίκους στον κόσμο), δεν δικαιολογεί την ίδρυση νέων φαρμακείων προς κάλυψη υγειονομικών αναγκών, αφού αυτές καλύπτονται με τον υπάρχον αριθμό φαρμακείων.
3. Το φαρμακείο, ως χώρος παροχής πρωτοβάθμιας περίθαλψης, δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ένα απλό εμπορικό κατάστημα. Η παροχή φαρμακευτικής περίθαλψης απαιτεί τη συνεχή παρουσία επιστήμονα φαρμακοποιού δια του οποίου δίδεται στον ασθενή το φάρμακο. Η αξιόπιστη όμως παροχή φαρμακευτικής περίθαλψης, δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί με την επί 24ωρη παρουσία, 6 ημέρες την εβδομάδα, του φαρμακοποιού, καθώς κάτι τέτοιο είναι φυσικώς αδύνατον και πέρα των φυσιολογικών ανθρωπίνων αντοχών. Η κάλυψη της ζήτησης για φάρμακα τις ώρες που θα είναι κλειστά τα φαρμακεία, καλύπτεται από τα εφημερεύοντα και διανυκτερεύοντα. Η επιβολή λοιπόν εθελοντικού ανοίγματος φαρμακείων κατά τη Δευτέρα, Τετάρτη απόγευμα, και Σάββατο πρωί, δεν πρόκειται να καλύψει πραγματικές υγειονομικές ανάγκες (αφού αυτές καλύπτονται ικανοποιητικά από τα εφημερεύοντα), θα οδηγήσει δε σε μεγάλη σύγχυση στο κοινό για το ωράριο λειτουργίας των φαρμακείων και θα βάλει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία δεδομένου ότι οι φαρμακοποιοί θα εργάζονται υπό εξαντλητικά ωράρια. Η ΕΕ, δια του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου έχει αποφασίσει για την εφαρμογή του ωραρίου στα φαρμακεία( υπόθεση C‑393/08). Η επιβολή ωραρίου εναπόκειται στην εθνική κυβέρνηση και ανάλογα τις ανάγκες. Το πρόσχημα για τόνωση της οικονομίας και του ανταγωνισμού, μέσω απελευθέρωσης του ωραρίου, εξυπηρετεί συμφέροντα ξένα προς το χώρο του φαρμακείου και σαφώς δεν αποβλέπουν στην εξυπηρέτηση του κοινού.
4. Η έκπτωση που θα παρέχουν τα φαρμακεία προς τα ασφαλιστικά ταμεία πρέπει να συνδεθεί κατά αναλογία με την έκπτωση που παρέχουν οι φαρμακευτικές εταιρείες. Δεδομένου ότι ο φαρμακοποιός επιβαρύνει τη λιανική τιμή του φαρμάκου κατά 22,5% και οι φαρμακευτικές εταιρείες-βιομηχανίες κατά 63%, είναι ολοφάνερο ότι και κατά την αρχή της αναλογικότητας, ότι η αναλογία της έκπτωσης φαρμακείου προς φαρμακευτική εταιρεία-βιομηχανία πρέπει να είναι περίπου στο 1 προς 3. Η έκπτωση του 4,5% που ζητά ο Υπουργός Υγείας από τα φαρμακεία πρέπει λοιπόν να είναι ανάλογα 13% περίπου για τη βιομηχανία. Σήμερα όμως δεν ξεπερνά το 4% και επομένως τίθεται θέμα για την υποτιθέμενη δίκαιη κατανομή των εκπτώσεων προς τα ασφαλιστικά ταμεία και κατά πόσο αν προσβληθεί αυτή η απόφαση στα αρμόδια δικαστήρια, θα εξακολουθήσει να ισχύει. Οι εκπτώσεις προς τα ασφαλιστικά ταμεία πρέπει οπωσδήποτε να συνδεθούν με την εμπρόθεσμη εξόφληση των φαρμακείων από τα ασφαλιστικά ταμεία, κάθε καθυστέρηση εξόφλησης πρέπει να επιβαρύνεται με τόκο.
Το διακύβευμα του ανοίγματος του δήθεν κλειστού επαγγέλματος του φαρμακοποιού, δεν έχει να κάνει με την τόνωση της ανταγωνιστικότητας και την καλύτερη εξυπηρέτηση του κοινού. Το διακύβευμα είναι η ίδια η φαρμακευτική περίθαλψη του ελληνικού λαού, που το Υπουργείο Υγείας, με φωτογραφικές ρυθμίσεις, σκοπεύει να την παραδώσει σε μεγάλα οικονομικά και επιχειρηματικά συμφέροντα.
Κατά τη συζήτηση και ψήφιση του σχετικού νομοσχεδίου, να έχετε υπόψη σας ότι η φαρμακευτική περίθαλψη θα υποβαθμισθεί και η πρόσβαση του έλληνα πολίτη στο φάρμακο θα περιορισθεί.
Το άνοιγμα λοιπόν του επαγγέλματος του φαρμακοποιού, δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται με στενά οικονομικούς όρους ή ανάλογα τις ανάγκες της αγοράς, αλλά αποκλειστικά με το δικαίωμα του έλληνα σε φαρμακευτική περίθαλψη. Κατά τη γνώμη του Συντονιστικού, ο Έλληνας πολίτης, θα βρεθεί αντιμέτωπος, με υποβαθμισμένες υπηρεσίες υγείας και φαρμακευτικής περίθαλψης, αν οι παραπάνω ρυθμίσεις περάσουν από το κοινοβούλιο ως έχουν”.