Η
χρηματοδότηση της φαρμακευτικής δαπάνης στην Ελλάδα έχει εγκλωβιστεί σε
ένα φαύλο κύκλο που οδηγεί σε παραδοξότητες. Ενδεικτικά αναφέρονται: •
υψηλά επίπεδα επιστροφών αλλά χαμηλές τιμές πρωτοτύπων • αυξήσεις στη δημόσια
δαπάνη, αλλά ανοδική τάση στα επίπεδα επιστροφών κ.ά. Αυτό είναι ένα από τα
συμπεράσματα της μελέτης «Κοιτώντας μπροστά: Ένας οδικός χάρτης για τη
φαρμακευτική πολιτική στην Ελλάδα» που διεξήγε η ομάδα Strategy της Deloitte
για λογαριασμό του ΣΦΕΕ.
Σύμφωνα με
τον director της ομάδας Γ. Κουρέπη, που παρουσίασε τη μελέτη, το
διάστημα 2020-2022, η Ελλάδα κατέγραψε τη μεγαλύτερη αύξηση συνολικής δαπάνης
(22%) και τη μικρότερη αύξηση δημόσιας δαπάνης (5%) σε κατά κεφαλήν όρους,
συγκρινόμενη με άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Οι
προτάσεις για την εξισορρόπηση
Για να
ισορροπηθεί το σύστημα θα πρέπει να τεθεί ένας διττός στόχος: συγκράτηση
συνολικής δαπάνης και αύξηση δημόσιας χρηματοδότησης με ταυτόχρονη
εισαγωγή ενός μηχανισμού συνυπευθυνότητας για τη διαχείριση των
αποκλίσεων. Όπως καταδεικνύει η μελέτη, αν δεν υπάρξει διαχείριση στη δαπάνη,
αυτή μπορεί να φτάσει τα €10,5 δισ. έως το 2028. Επίσης το χρηματοδοτικό
κενό θα ανέλθει σε €1,5 δισ. έως το 2028, εκ των οποίων τα €0,8 δισ. θα
μπορούσαν να αφορούν πρόσθετη χρηματοδότηση και τα €0,7 δισ. να προέλθουν από μεταρρυθμίσεις
για καλύτερο έλεγχο της δαπάνης. Ένας ρεαλιστικός και εφικτός στόχος είναι να
επιστρέψουμε σε ποσοστό ~40% επιστροφές (clawback & rebate), στα επίπεδα
δηλαδή του 2020. Παράλληλα απαιτείται ενίσχυση της πρωτοβάθμιας φροντίδας και
εστίαση στην πρόληψη.






