Από την
Κική Φέσκου, φαρμακοποιό Προσοχή! » Η Ν-βουτυλοβρωμιούχος υοσκίνη πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε περιπτώσεις που χαρακτηρίζονται από ταχυκαρδία, όπως η θυρεοτοξίκωση, καρδιακή ανεπάρκεια και εγχείριση καρδιάς. » Λόγω του κινδύνου αντιχολινεργικών επιπλοκών, επιβάλλεται προσοχή σε άτομα με υποψία απόφραξης εντέρου ή ουροφόρων οδών. » Με τη λήψη αντιχολινεργικών φαρμάκων μπορεί να αυξηθεί η ενδοφθάλμια πίεση σε άτομα που δεν γνωρίζουν ότι πάσχουν από γλαύκωμα κλειστής γωνίας. Για το λόγο αυτό, μετά τη χορήγηση Ν-βουτυλοβρωμιούχου υοσκίνης, αν αισθανθούν πόνο στο μάτι και απώλεια όρασης, πρέπει να απευθυνθούν αμέσως σε οφθαλμίατρο. » Χορηγείται με προσοχή σε άτομα που πάσχουν από βλάβη του ήπατος, νεφρική ανεπάρκεια, ελκώδη κολίτιδα, οισοφαγίτιδα από αναγωγή. » Σε ενέσιμη μορφή μπορεί να προκαλέσει νωθρότητα και άμβλυνση της εγρήγορσης, γι’ αυτό χορηγείται με προσοχή σε άτομα που οδηγούν ή χειρίζονται μηχανές ή σε καταστάσεις όπου απαιτείται αυξημένη ετοιμότητα και εγρήγορση. Να αποφεύγεται επίσης η χρήση οινοπνευματωδών. » Καθώς το δισκίο περιέχει σουκρόζη (41.2mg), ασθενείς με σπάνια κληρονομικά προβλήματα δυσανεξίας στη φρουκτόζη ή δυσαπορρόφησης γλυκόζης-γαλακτόζης δεν πρέπει να λαμβάνουν σκευάσματα Ν-βουτυλοβρωμιούχου υοσκίνης.
|
Γενικές πληροφορίες Είναι συνθετικό παράγωγο της υοσκίνης (φυσικό αλκαλοειδές), η οποία προέρχεται από τα φύλλα του δένδρου Duboisia myoporoides (Corkwood Tree), που βρίσκεται κυρίως στην Αυστραλία. Αυτή η μορφή της υοσκίνης είναι γνωστός αντισπασμωδικός παράγοντας και χρησιμοποιείται ευρέως στην αντιμετώπιση παθήσεων του πεπτικού συστήματος. Ανήκει στα αντιμουσκαρινικά φάρμακα και παρουσιάζει ήπια αντιχολινεργική και σπασμολυτική (τύπου ατροπίνης) δράση στις λείες μυικές ίνες του γαστρεντερικού, των χοληφόρων οδών και του ουροποιητικού, ενώ στερείται κεντρικής δράσης αφού διέρχεται δύσκολα τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό. Ενδείξεις Ενδείκνυται για την αντιμετώπιση των μυϊκών σπασμών του γαστρεντερικού τμήματος, των σπασμών του ουρογεννητικού τμήματος, τη συμπτωματική αντιμετώπιση του Συνδρόμου Ευερέθιστου Εντέρου. Αντενδείξεις Η N-βουτυλοβρωμιούχος υοσκίνη αντενδείκνυται σε: • ψευδοπαραλυτική μυασθένεια • τοξικό μεγάκολον, παραλυτικό ειλεό • γλαύκωμα κλειστής γωνίας • αλλεργική αντίδραση στη συγκεκριμένη δραστική ουσία ή σε κάποια από τα έκδοχα του φαρμακευτικού παρασκευάσματος όπου αυτή περιέχεται • στενωτικές καταστάσεις του γαστρεντερικού σωλήνα (αχαλασία οισοφάγου, πυλωροδωδεκαδακτυλική στένωση) • εντερική ατονία (εξασθενημένα άτομα, υπερήλικες) • υψηλό πυρετό • έλλειψη ανοχής στη φρουκτόζη. Αλληλεπιδράσεις • Η αντιχολινεργική δράση μερικών φαρμάκων, όπως τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά, αντιισταμινικά, κινιδίνη, αμανταδίνη, φαινοθειαζίνη, τιοτρόπιο, ιπρατρόπιο κ.ά., ενισχύεται από τη Ν-βουτυλοβρωμιούχο υοσκίνη. • Σύγχρονη θεραπεία με ανταγωνιστές ντοπαμίνης, π.χ. μετοκλοπραμίδη, οδηγεί σε μείωση της δράσης και των δύο φαρμάκων. Δοσολογία και τρόπος χορήγησης Η συνιστώμενη δόση είναι: • Για τους ενήλικες: 2 δισκία των 10mg Για τη συμπτωματική αντιμετώπιση του Συνδρόμου Ευερέθιστου Εντέρου είναι 1 δισκίο 3 φορές την ημέρα που μπορεί να αυξηθεί σε 2 δισκία 4 φορές την ημέρα αν κριθεί απαραίτητο. • Για τα παιδιά 6-12 ετών: 1 δισκίο 3 φορές την ημέρα. Τα δισκία πρέπει να καταπίνονται με κατάλληλη ποσότητα νερού. Υπερδοσολογία Τα συμπτώματα υπερδοσολογίας (ξηροστομία, ερύθημα δέρματος, ταχυκαρδία, δυσχέρεια στην ομιλία, επίσχεση ούρων, μυϊκές κράμπες, αναστολή της κινητικότητας του εντέρου, διαταραχές της όρασης, μυδρίαση, αναπνευστική καταστολή, κώμα) αφορούν πρωτίστως την ενέσιμη μορφή αφού η απορρόφηση της Αντίδοτο της Ν-βουτυλοβρωμιούχου υοσκίνης είναι η φυσοστιγμίνη. Σε περίπτωση δηλητηρίασης από το στόμα, πρέπει να επιχειρείται η απομάκρυνση του φαρμάκου με πλύση στομάχου. Σε ασθενείς με γλαύκωμα πρέπει να χορηγείται τοπικά πιλοκαρπίνη. Καρδιαγγειακές επιπλοκές πρέπει να αντιμετωπίζονται με τις συνήθεις θεραπευτικές αρχές. Ανεπιθύμητες ενέργειες Πολλές από τις αναφερόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες μπορεί να οφείλονται στις αντιχολινεργικές ιδιότητες της Ν-βουτυλοβρωμιούχου υοσκίνης. Αυτές γενικά είναι ήπιας μορφής και ελεγχόμενες. • Διαταραχές στο ανοσοποιητικό σύστημα: αναφυλακτικό σοκ, αναφυλακτοειδείς αντιδράσεις, δύσπνοια, δερματικές αντιδράσεις και άλλες υπερευαισθησίες. • Διαταραχές όρασης (στην ενέσιμη μορφή): πρόβλημα προσαρμογής οφθαλμού. • Καρδιακές διαταραχές: ταχυκαρδία. • Αγγειακές διαταραχές: μείωση αρτηριακής πίεσης, ζάλη, καύσος. • Γαστρεντερικές διαταραχές: ξηροστομία. • Δερματικές διαταραχές και υποδόριου ιστού: δυσιδρωσία. • Νεφρικές και ουροφόρων οδών διαταραχές: επίσχεση ούρων, μείωση εφίδρωσης. Κύηση - Γαλουχία Πρέπει να αποφεύγεται η χρήση της σε περιπτώσεις εγκυμοσύνης ή γαλουχίας, καθώς η ασφαλής χορήγησή της δεν είναι αποδεδειγμένη. Αν υπάρχει απόλυτη ανάγκη, πρέπει να χορηγείται μόνο εφόσον η αναμενόμενη ωφέλεια αντισταθμίζει τους πιθανούς κινδύνους για τη μητέρα και το έμβρυο. Φύλαξη Δισκία: Σε θερμοκρασία μικρότερη των 25°C. Ενέσιμη μορφή: Σε θερμοκρασία μικρότερη των 30°C. Εμπορικά σκευάσματα Buscopan / Boehringer Ingelheim: l tabs s/c 10mg l amp. 20mg |
|