Καλωσήλθατε στο ειδησεογραφικό site του Φαρμακευτικού Κόσμου. 'Αμεση, έγκυρη και ποιοτική ενημέρωση για το φάρμακο και την υγεία.
Υγεία & Επιστήμη

Ανεπιθύμητες ενέργειες (7)

28/3/2012
Λανσοπραζόλη και μικροσκοπική κολίτιδα
Εκτύπωση
Μεγέθυνση Γραμμάτων Σμίκρυνση Γραμμάτων Αρχικό Μέγεθος


  • Η κολίτιδα είναι μια φλεγμονώδης νόσος του εντέρου, που χαρακτηρίζεται από χρόνια υδαρή διάρροια. Με τη βοήθεια ενδοσκοπικών μεθόδων μπορεί να διακριθεί σε κολλαγονώδη και λεμφοκυτταρική.
  • Η λανσοπραζόλη ανήκει στην κατηγορία των αναστολέων της αντλίας πρωτονίων, δηλαδή των φαρμάκων που αναστέλλουν το ένζυμο H+K+/ATPάση που βρίσκεται στη μεμβράνη των τοιχωματικών κυττάρων του στομάχου. H αντλία πρωτονίων αποτελεί το τελικό στάδιο στην έκκριση του υδροχλωρικού οξέος. Τα φάρμακα της κατηγορίας αυτής χρησιμοποιούνται κατεξοχήν για τη θεραπεία του πεπτικού έλκους, αλλά επίσης όταν ενδείκνυται η γαστροπροστασία (π.χ. στην χρόνια λήψη αντιφλεγμονωδών φαρμάκων).


Κλινικό Περιστατικό

Γυναίκα 53 ετών, που λαμβάνει λανσοπραζόλη (π.χ. Laprazol), γεμφιβροζίλη (π.χ. Lopid), τιβολόνη (π.χ. Livial), ινδαπαμίδη (π.χ. Fludex) και περινδοπρίλη (π.χ. Coversyl), εμφανίζει σταθερά τους τελευταίους δύο μήνες κοιλιακό πόνο και υδαρή διάρροια (7 με 8 κενώσεις κατά τη διάρκεια της ημέρας και ενίοτε κατά την διάρκεια της νύχτας).
Στην ασθενή πραγματοποιήθηκε κολονοσκόπηση (χωρίς σημαντικά ευρήματα), ενώ η βιοψία φανέρωσε μια ελαφριάς μορφής κολλαγονώδη κολίτιδα. Η αρχική αντιμετώπιση με μετρονιδαζόλη (π.χ. Flagyl) και νορφλοξασίνη (π.χ. Norocin) δεν απέφερε κανένα αποτέλεσμα.
Αποφασίστηκε τελικά η διακοπή χορήγησης της λανσοπραζόλης και η αντιμετώπιση της διάρροιας αρχικά με λοπεραμίδη (π.χ. Imodium) και εν συνεχεία με χολεστυραμίνη (Questran) και βουδενοσίδη (π.χ. Pulmicort). Με το πέρας 6 μηνών, τα συμπτώματα εξαφανίστηκαν πλήρως και διακόπηκε η αντιδιαρροϊκή θεραπεία.


(Hilmer SN, Heap TR, Eckstein RP, Lauer CS & Shenfield GM. (2006). Microscopic colitis associated with exposure to lansoprazole. MJA, 184: 185-186).

Σχόλιο

Η μικροσκοπική κολίτιδα σχετίζεται με αυτοάνοσες νόσους, αλλά και με έκθεση σε συγκεκριμένα φάρμακα, όπως τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη, τα σαλικυλικά, η σιμβαστατίνη (π.χ. Zocor), η τικλοπιδίνη (π.χ. Ticlid), η ρανιτιδίνη (π.χ. Zantac), η καρβαμαζεπίνη (Tegretol) και η λανσοπραζόλη, τα οποία άμεσα ή έμμεσα, προκαλούν τη μεταβολή των μικροβιακών πληθυσμών του παχέος εντέρου.
Συγκεκριμένα, η λανσοπραζόλη εξαιτίας της φαρμακολογικής της δράσης μεταβάλλει τοπικά την έκκριση πρωτονίων και το pH, τροποποιώντας εν τέλει την εντερική χλωρίδα και τη διαλυτότητα των χολικών οξέων. Μια άλλη πιθανή εξήγηση θα μπορούσε να είναι η αντίδραση υπερευαισθησίας στο φάρμακο.

Εκτύπωση
Μεγέθυνση Γραμμάτων Σμίκρυνση Γραμμάτων Αρχικό Μέγεθος

Διαβάστε επίσης

Η σύσταση από τον επαγγελματία υγείας είναι ο ισχυρότερος προβλεπτικός παράγοντας για το αν ένας ασθενής θα εμβολιαστεί
Ένα καινοτόμο ψηφιακό εργαλείο ενημέρωσης, ενδυνάμωσης και διασύνδεσης ασθενών και επαγγελματιών υγείας






Σχετικά άρθρα

Το νέο ενδορρινικό εμβόλιο γρίπης στην Ελλάδα εντός του 2025
Η σύσταση από τον επαγγελματία υγείας είναι ο ισχυρότερος προβλεπτικός παράγοντας για το αν ένας ασθενής θα εμβολιαστεί
Ελληνικός Χάρτης Σπανίων Παθήσεων: Μία πλατφόρμα ορόσημο για την Ελλάδα
Ένα καινοτόμο ψηφιακό εργαλείο ενημέρωσης, ενδυνάμωσης και διασύνδεσης ασθενών και επαγγελματιών υγείας
Στην ανάπτυξη ενός καθολικού εμβολίου επενδύουν οι ΗΠΑ
Η έρευνα τρέχει από επιστήμονες που κατέχουν κυβερνητικές παθήσεις
Γ. Πατούλης: Ψευδής η διαφήμιση εμπορικού σκευάσματος για τις αρθρώσεις
Ο ΙΣΑ έχει αποταθεί στη δίωξη ηλεκτρονικού εγκλήματος