Φαρμακευτικός Κόσμος, Τεύχος #204

Η αλλεργική ρινίτιδα είναι μια από τις πιο κοινές παθήσεις, με συχνότητα εμφάνισης 10-40% στον παγκόσμιο πληθυσμό. Τα κλινικά συμπτώματα περιλαμβάνουν ρινική απόφραξη, ρινόρροια, ρινικό κνησμό και φτέρνισμα. Μπορεί να διακριθεί σε εποχιακή και πολυετή, με βάση τον τύπο των αλλεργιογόνων. Αλλεργική ρινίτιδα Η φαρμακευτική αντιμετώπιση της πιο κοινής τοπικής φλεγμονής Ενδορρινικά κορτικοστεροειδή (π.χ. dexamethasone): Δρουν μειώνοντας την εισροή φλεγμονωδών κυττάρων και αναστέλλο- ντας την απελευθέρωση κυτοκινών, μειώνοντας έτσι τη φλεγμονή του ρινικού βλεννογόνου. Από του στόματος και ενδορρινικά αντιισταμινικά (π.χ. cetirizine, azelastine): Ανακουφίζουν αποτελεσματικά τα συμπτώματα που προκαλούνται από την ισταμίνη και σχετίζονται με την αλλεργική ρινίτιδα. Τα ενδορρινικά αντιισταμινικά έχουν το πλεονέκτημα ότι παρέχουν υψηλότερη συγκέντρωση φαρμάκου σε στοχευμένη περιοχή, με αποτέλεσμα λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες και ταχύτερη έναρξη δράσης. Αποσυμφορητικά (π.χ. oxymetazoline): Βελτιώνουν τη ρινική συμφόρηση που σχετίζεται με την αλλεργική ρινίτιδα δρώντας στους αδρενεργικούς υποδοχείς, γεγονός που προκαλεί αγγειο- συστολή στον ρινικό βλεννογόνο, μειώνοντας τη φλεγμονή. Ενδορινικά αντιχολινεργικά (π.χ. ipratropium): Χρήση για σοβαρή ρινόρροια αλλά και βελτίωση της ρινικής συμφόρησης, σε μικρότερο όμως βαθμό από τα ενδορρινικά κορτικοστεροειδή. Ανταγωνιστές υποδοχέων λευκοτριενίου (π.χ. montelucast): Εξασθενούν τη φλεγμονώδη απόκριση και έχουν συγκρίσιμη απο- τελεσματικότητα με τα από του στόματος αντιισταμινικά, αλλά μι- κρότερη από τα ενδορρινικά κορτικοστεροειδή. Συνδυαστική θεραπεία: Ο συνδυασμός αζελαστίνης/φλουτι- καζόνης προσφέρει καλύτερη αποτελεσματικότητα και ταχύτερη ανακούφιση των συμπτωμάτων από οποιαδήποτε θεραπεία μόνη της σε ασθενείς με πιο σοβαρή αλλεργική ρινίτιδα. ● Τ α αλλεργιογόνα εξωτερικού χώρου, όπως η γύρη χόρτου και δέντρων, είναι συνήθως οι υπεύθυνοι ευαισθητοποίησης για την εποχική αλλεργική ρινίτι- δα, ενώ τα εκείνα του εσωτερικού χώρου, όπως τα ακάρεα σκόνης, είναι τα ευαισθητοποιητικά αλλεργιογόνα για την πολυετή μορφή. ΣΥΣΧΈΤΙΣΗ ΜΕ ΠΡΩΤΕΐΝΕΣ Ορισμένες μελέτες έχουν δείξει αυξημένη επιθηλιακή διαπερατό- τητα και ελαττωματικούς επιθηλιακούς φραγμούς σε ασθενείς με αλλεργική ρινίτιδα, με τη δραστηριότητα της αποακετυλάσης της ιστόνης (HDAC) να θεωρείται σημαντικός παράγοντας αλλεργικής φλεγμονής. Η έλλειψη βλεννίνης 1 (MUC1) έχει επίσης αποδειχθεί ότι προάγει τη δυσλειτουργία του ρινικού επιθηλιακού φραγμού, επιτρέποντας την εύκολη είσοδο των αλλεργιογόνων στον υπο- βλεννογόνο. Επιπρόσθετα, τα επίπεδα της περιοστίνης και της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης μπορεί να έχουν έναν υποκείμενο φλεγμονώδη ρόλο στην αλλεργική ρινίτιδα και να χρησιμεύσουν ως νέοι βιοδείκτες για αυτή. ΑΝΤΙΜΕΤΏΠΙΣΗ Οι ασθενείς με αλλεργική ρινίτιδα θα πρέπει να αποφεύγουν την έκθεση στον καπνό του τσιγάρου, τα κατοικίδια ζώα και τα αλλερ- γιογόνα που είναι γνωστό ότι προκαλούν τα συμπτώματά τους. Οι ρινικές πλύσεις με φυσιολογικό ορό έχει αποδειχθεί ότι βελτι- ώνουν τα συμπτώματα και την ποιότητα ζωής, ενώ μειώνουν τη συνολική χρήση φαρμάκων για την αλλεργία. Οι φαρμακολογικές επιλογές για τη θεραπεία της αλλεργικής ρι- νίτιδας περιλαμβάνουν: Πηγές: Meng, Y, Wang, C, Zhang, L. (2020). Advances and novel developments in allergic rhinitis. Allergy, 75(12):3069-3076. https://doi.org/10.1111/all.14586 Sur, DKC, Plesa, ML. (2015). Treatment of Allergic Rhinitis. Am Fam Physician, 92(11):985-92. Πετρίνα Μανθάκου, Βιολόγος, MSc, Μέλος επιστημονικής ομάδας f-anazitisi Διαχείριση παθήσεων στο φαρμακείο 42 | Μάιος - Ιούνιος 2025 |

RkJQdWJsaXNoZXIy MjA0NzY=