Καλωσήλθατε στο ειδησεογραφικό site του Φαρμακευτικού Κόσμου. 'Αμεση, έγκυρη και ποιοτική ενημέρωση για το φάρμακο και την υγεία.
Υγεία & Επιστήμη

τελευταία νέα


Αποστολή σε φίλοΕκτύπωσηΑποθήκευση στα αγαπημένα του μέλους

Οι αλλεργικές αντιδράσεις του δέρματος



Οι περισσότερο ή λιγότερο ενοχλητικές ή και επικίνδυνες αλλεργικές αντιδράσεις του δέρματος αναλύονται από τη δερματολόγο Μαρία Μάγκου:

 

Ποιες αλλεργικές αντιδράσεις του δέρματος υπάρχουν; Πώς προκαλούνται;

Οι αλλεργικές αντιδράσεις που εμφανίζονται στο δέρμα (κυρίως κατά την άνοιξη) είναι η κνίδωση (οξεία, χρόνια) και το έκζεμα (διαλυτό, νομισματοειδές, δυσιδρωτικό κτλ.). Θα μπορούσαμε επίσης να συμπεριλάβουμε και την παρασιτική κνήφη ως ένα είδος αλλεργικής αντίδρασης του δέρματος σε δήγματα ή σε συστατικά ενός παρασίτου.
Για τις δερματικές αυτές αντιδράσεις σε μεγάλο βαθμό ευθύνεται η αυξημένη παρουσία αλλεργιογόνων στο περιβάλλον (γύρη, ακάρεα, χνούδι κάμπιας κλπ.). Ωστόσο πρέπει να σημειωθεί ότι σε πολλές περιπτώσεις το ακριβές αίτιο είναι δύσκολο να ανευρεθεί ή, ακόμη και αν ανευρεθεί, είναι δύσκολο ο ασθενής να απομονωθεί από αυτό. Κάτι τέτοιο σημαίνει ότι τα συμπτώματα της αλλεργικής δερματίτιδας μπορεί να παρουσιάζουν επιμονή ή και να υποτροπιάζουν μετά το τέλος της θεραπείας, καθώς ο ασθενής εξακολουθεί να εκτίθεται στον αιτιολογικό παράγοντα.
Σε άλλες περιπτώσεις, η αλλεργική αντίδραση προκύπτει από το συνδυασμό επιβαρυντικών παραγόντων, όπως αεροαλλεργιογόνων, με το ψυχικό στρες και την παράλληλη κατανάλωση τροφών που περιέχουν ισταμίνη, όπως ψάρι, θαλασσινά, αβγά, ξηροί καρποί κ.ά.
Πρέπει να τονίσουμε ότι αυξημένη θερμοκρασία του περιβάλλοντος, καθώς και η έκθεση στον ήλιο μπορούν να επιδεινώσουν την κατάσταση του ασθενούς.

Ποια είναι τα συμπτώματα των αλλεργικών αντιδράσεων του δέρματος;

Η κνίδωση χαρακτηρίζεται από κνησμό ποικίλης έντασης και ερυθηματώδεις ή υπόλευκες οιδηματώδεις πλάκες (πομφούς). Οι πλάκες αυτές ποικίλλουν σε μέγεθος και έχουν συνήθως σχήμα κυκλικό ή ωοειδές. Όταν συρρέουν, σχηματίζουν μεγάλες πολυκυκλικές πλάκες, δίκην γεωγραφικού χάρτη. Στην εν τω βάθει κνίδωση παρατηρείται αγγειοοίδημα, δηλαδή διόγκωση (οίδημα) στα βλέφαρα, τα χείλη, τη γλώσσα, τις παλάμες ή/και τα πέλματα. Όταν η κνίδωση συνοδεύεται από αγγειοοίδημα, η κατάσταση θεωρείται βαρύτερη. Σε κάθε περίπτωση απαιτείται άμεση ιατροφαρμακευτική αντιμετώπιση και παρακολούθηση του ασθενούς.
Όταν η κνίδωση επιμένει περισσότερο από 6 εβδομάδες, ονομάζεται χρόνια. Στη χρόνια κνίδωση ο δερματολόγος θα συστήσει τον κατάλληλο κλινικο-εργαστηριακό έλεγχο στον ασθενή, κάτι που επίσης μπορεί να συμβεί στην οξεία κνίδωση ανάλογα με τη βαρύτητα και την έκταση των συμπτωμάτων ή εάν η νόσος εμφανίζει αντίσταση στη θεραπεία.
Άλλη μορφή αλλεργικής αντίδρασης του δέρματος που εμφανίζεται κυρίως τους ανοιξιάτικους και τους καλοκαιρινούς μήνες είναι το δυσιδρωσικό έκζεμα. Αυτό παρουσιάζεται κυρίως στα δάκτυλα των χεριών, τις παλάμες αλλά ενίοτε και στα πέλματα. Χαρακτηρίζεται από εξέρυθρο, μικροφυσαλιδώδες εξάνθημα με απολέπιση και κνησμό. Από τη στιγμή που θα εμφανίσει ένας ασθενής δυσιδρωσικό έκζεμα, η νόσος μπορεί να υποτροπιάζει κάθε άνοιξη/καλοκαίρι για αρκετά έτη. Η ιατροφαρμακευτική υποστήριξη είναι απαραίτητη, γιατί το εξάνθημα είναι επίμονο και επιβαρύνει την καθημερινότητα του ασθενούς. Ο δερματολόγος μπορεί επίσης να συστήσει μακροχρόνια, υποστηρικτική αγωγή για την πρόληψη της νόσου.
Το νομισματοειδές έκζεμα χαρακτηρίζεται από κυκλικές ερυθηματο-λεπιδώδεις βλάβες κυρίως στα άκρα, με επίμονο κνησμό, και εμφανίζεται συνηθέστερα την άνοιξη ή το καλοκαίρι. Διάχυτες εκζεματικές πλάκες μπορεί επίσης να εμφανιστούν την άνοιξη στον κορμό ή/και τα άνω και κάτω άκρα, συνηθέστερα σε άτομα με ιστορικό και άλλων αλλεργικών εκδηλώσεων.
Τέλος, η παρασιτική κνήφη ως αλλεργική αντίδραση στο δήγμα ή συστατικά του σώματος του παρασίτου/ζωυφίου χαρακτηρίζεται από μικρές κνησμώδεις βλατίδες κυρίως στα εκτεθειμένα μέρη. Ο δερματολόγος, κατά την κλινική εξέταση, μπορεί να αποκαλύψει το κεντρικό σημείο που αντιστοιχεί στο τσίμπημα του παρασίτου. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι αν η συγκεκριμένη κατάσταση αφεθεί χωρίς θεραπεία, είναι δυνατόν σε αλλεργικά προδιατεθειμένα άτομα να γίνει διασπορά της δερματικής αντίδρασης, δηλαδή εμφάνιση εξανθήματος και σε σημεία που δεν ήρθαν κατευθείαν σε επαφή με το παράσιτο.

Ποια φαρμακευτική αγωγή μπορεί να ακολουθήσει κάποιος;

Η ιατροφαρμακευτική αγωγή πρέπει να εξατομικεύεται, λαμβάνοντας υπόψη το ιστορικό του ασθενούς, τη βαρύτητα της κατάστασης, το είδος της δερματικής αντίδρασης, την ηλικία και τη λήψη άλλων φαρμάκων. Στις περισσότερες περιπτώσεις απαιτείται συνδυασμός τοπικής και συστηματικής αγωγής (από το στόμα ή και παρεντερικά). Η φαρμακευτική θεραπεία στηρίζεται στα αντιισταμινικά (π.χ. σετιριζίνη υδροχλωρική, υδροξυζίνη, δεσλοραταδίνη, εβαστίνη), τα κορτικοστεροειδή (π.χ. βουδεσονίδη, μομεταζόνη, φλουτικαζόνη), τα μαλακτικά και τα ήπια καθαριστικά. Νεότερα φάρμακα, όπως οι τοπικοί ανοσοτροποποιητές (π.χ. τακρόλιμους, πιμεκρόλιμους) έχουν επίσης χρησιμοποιηθεί σε ατοπικούς ασθενείς. Πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη οι παρενέργειες και οι αλληλεπιδράσεις των φαρμάκων αυτών με άλλα φάρμακα που ήδη λαμβάνει ο ασθενής.
Καθώς οι περισσότερες από τις αλλεργικές δερματίτιδες χαρακτηρίζονται από επιμονή του εξανθήματος, ο κατάλληλος κατά περίπτωση συνδυασμός τοπικής αγωγής και φαρμάκων από το στόμα είναι θεμελιώδους σημασίας. Πρέπει να σημειωθεί ότι η καθυστέρηση της κατάλληλης αγωγής έχει ως συνέπεια την επιδείνωση του εξανθήματος και μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να θέσει σε κίνδυνο τον ασθενή ή να αυξήσει την πιθανότητα το εξάνθημα να μεταπέσει σε χρόνιο.
Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται κυρίως σε περιπτώσεις που το αλλεργικό εξάνθημα είναι συνέπεια δήγματος εντόμου, γιατί η αντίδραση μπορεί να μην αφορά αποκλειστικά το δέρμα, αλλά να οδηγήσει και σε αναπνευστική δυσχέρεια ή αναφυλακτικό σοκ.

Τι συμβουλές θα μπορούσε να δώσει ο φαρμακοποιός στον ασθενή με αλλεργική δερματίτιδα;

 

Η ανεύρεση του αιτιολογικού παράγοντα και η αποφυγή αυτού εξακολουθεί να είναι η μεγάλη πρόκληση για την αντιμετώπιση της νόσου. Συνεπώς, οι συστάσεις του φαρμακοποιού μπορούν να αφορούν την απομάκρυνση του ασθενή από πιθανούς εκλυτικούς παράγοντες. Μπορεί επίσης να ενημερώσει τον ασθενή ότι τα συμπτώματα ενδεχομένως επιδεινώνονται, όταν ο ασθενής εκτίθεται και σε άλλα αλλεργιογόνα ή σε καταστάσεις που προάγουν την έκλυση ισταμίνης, όπως η θερμότητα, το αλκοόλ, ορισμένες τροφές και συντηρητικά τροφίμων που σε φυσιολογικές συνθήκες δεν θα ήταν νοσογόνα.
Εκτός από τον ποικίλης έντασης κνησμό και ενίοτε καύσο ή πόνο που μπορεί να είναι βασανιστικά για τον ασθενή, τα αισθητικά προβλήματα που δημιουργούνται αποτελούν επίσης σημαντικό πρόβλημα και γι' αυτό ο φαρμακοποιός μπορεί να προτείνει τη χρήση ήπιων υποαλλεργικών καθαριστικών προϊόντων.
Επίσης, εξίσου σημαντικός είναι ο ρόλος της ψυχολογικής κατάστασης του ατόμου στην εμφάνιση όλων των ανωτέρω αλλεργικών εκδηλώσεων. Ο φαρμακοποιός θα πρέπει να συμβουλέψει τον ασθενή να αποφεύγει το σωματικό και κυρίως το ψυχικό στρες, καθώς το άγχος παραμένει τεκμηριωμένα κύριος εκλυτικός παράγοντας τόσο των υποτροπών όσο και της αρχικής εμφάνισης της νόσου.
Τέλος, σε κάθε περίπτωση ο φαρμακοποιός θα πρέπει να εξετάζει και το ενδεχόμενο η αλλεργική αντίδραση να μην οφείλεται σε εποχιακούς παράγοντες αλλά στην επαφή του ασθενούς με άλλους εκλυτικούς παράγοντες με παρόμοια δερματολογική αντίδραση. Για παράδειγμα, το κνιδωτικό εξάνθημα μπορεί να οφείλεται στη λήψη μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων για οσφυαλγία ή σε αντιβίωση που πιθανόν έλαβε ο ασθενής προ ημερών για λοίμωξη του αναπνευστικού ή του ουροποιητικού. Το έκζεμα μπορεί επίσης να μιμείται τη δερματομυκητίαση ή τη ροδόχρου πιτυρίαση κ.ο.κ.