Καλωσήλθατε στο ειδησεογραφικό site του Φαρμακευτικού Κόσμου. 'Αμεση, έγκυρη και ποιοτική ενημέρωση για το φάρμακο και την υγεία.
Επάγγελμα: Φαρμακοποιός

Νίκος Οικονομίδης

10/10/2011
Ο τροβαδούρος της Λάρισας
Εκτύπωση
Μεγέθυνση Γραμμάτων Σμίκρυνση Γραμμάτων Αρχικό Μέγεθος


Μπορεί κανείς να τον παρομοιάσει με τους παλιούς τροβαδούρους, αυτούς για τους οποίους η τέχνη της μουσικής αποτελούσε το μέσο για να εκφράσουν όσα τους απασχολούσαν, τραγουδώντας τις ευαισθησίες και τις ανησυχίες τους. Ακολουθώντας με το δικό του τρόπο αυτή τη μακρά παράδοση, ο συνάδελφος Νίκος Οικονομίδης μέσα από τα τραγούδια του βρίσκει την ευκαιρία να μιλήσει για τον έρωτα, να σατιρίσει πρόσωπα και πράγματα της λαρισαϊκής κοινωνίας, να υμνήσει την αγαπημένη του ομάδα, την ΑΕΛ, αλλά ακόμη και να μιλήσει για τη δύσκολη ζωή του… φαρμακοποιού. Η μουσική και η τραγουδοποιία αποτέλεσαν σε όλη του την πορεία δημιουργική διέξοδο από την καθημερινότητα, αφού, σύμφωνα με τη στιχουργική του πένα, «δε ζει μόνο για να πουλά depon»!


Πώς άρχισε η σχέση σου με τη μουσική;

Εγώ γεννήθηκα και μεγάλωσα εδώ στη Λάρισα, στον Άγιο Βελισάριο. Αν και οικογενειακώς δεν είχαμε ιδιαίτερες επαφές με την εκκλησία, μου άρεσε να ακούω τους ψαλμούς. Έπαιρνα την Καινή Διαθήκη, παρότι ήταν στην καθαρεύουσα και δεν καταλάβαινα τίποτα, και καθόμουν στο σπίτι της θείας μου και έψελνα, γιατί μου άρεσε ο αντίλαλος που έκανε στη μαρμάρινη σκάλα.
Μετά μου άρεσε πολύ ο Χατζιδάκις, ο Θεοδωράκης, ο Ξαρχάκος, ο Πλέσσας, ο Σπανός, ο Χατζηνάσιος, γενικά η έντεχνη λαϊκή μουσική του ?60-?70. Αργότερα έμπλεξα με τη ροκ, γύρω στα 12-13, και είχαμε κάνει κάτι συγκροτήματα στο σχολείο, με τις πρώτες κιθάρες.

Πού παίζατε;

Στις ντισκοτέκ της εποχής και στα πάρτι. Μετά, το 1983, πέρασα στο πανεπιστήμιο στη Θεσσαλονίκη και στο τρίτο και το τέταρτο έτος άρχισα να δουλεύω σε κάποιες ταβέρνες. Όταν γυρίσαμε στη Λάρισα, παίζαμε με κάτι φίλους σε μαγαζιά, π.χ. στη «Λάμπα». Εκεί παίζαμε ξένα τραγούδια, κυρίως Beatles, Deep Purple, αυτά τα τραγούδια της εποχής του ?70. Το ?91 άνοιξα το φαρμακείο και το 2000 ξεκίνησα πάλι να τραγουδάω τη νύχτα. Παίξαμε τέσσερις σεζόν σε ένα μεζεδοπωλείο εδώ κοντά στο κέντρο, Πέμπτη ως Σάββατο.

Με τι σχήματα παίζεις;

Συνήθως είμαι μαζί με έναν πιανίστα, κι εγώ παίζω κιθάρα. Αν παίξουμε λαϊκά, έχουμε μαζί μας κι ένα μπουζούκι. Έχω παίξει και μόνος μου με μία κιθάρα, αλλά είναι δύσκολο.

Με αυτούς τους ίδιους ανθρώπους συνεργάζεσαι και στη δισκογραφία;

Όχι απαραίτητα, αλλά συμβαίνει. Με το παιδί που γράψαμε το πρώτο CD το 2007, παίζαμε ένα χρόνο μαζί. Πήγαμε σε ένα στούντιο που είχε ανοίξει εδώ στη Λάρισα, μπήκαμε μέσα, ξεμυαλιστήκαμε. Εκείνη την ώρα σου έρχονται πράγματα συνέχεια, έβγαινε το ένα τραγούδια μετά το άλλο. Γράψαμε 13 τραγούδια γι? αυτό το CD.
Τώρα είμαι στη φάση που διαλέγω τραγούδια για το δεύτερο προσωπικό μου CD. Θέλω να διαλέξω από τραγούδια των δύο τελευταίων χρόνων περίπου αυτά που αισθάνομαι ότι μπορεί να αρέσουν περισσότερο.

Αυτή η δουλειά θα κυκλοφορήσει κανονικά στα δισκοπωλεία;

Δεν ξέρω, σκέφτομαι ότι το να το κυκλοφορήσω σαν επίσημο CD έχει ένα κόστος απαγορευτικό. Ίσως προσπαθήσω να το βάλω ένθετο σε κάποια εφημερίδα τοπική της Λάρισας, με κάποιους χορηγούς να αναλάβουν το κόστος της παραγωγής. Αλλιώς θα το έχω στο φαρμακείο και με κάθε Depon… θα δίνω δώρο ένα CD. Αλλά αν μπουν στην εφημερίδα, θα τα ακούσει όλη η Λάρισα τα τραγούδια μου.

Αλήθεια, ακούγονται στη Λάρισα τα κομμάτια σου;

Τα ραδιόφωνα παίζουν κυρίως τα τραγούδια που έχω γράψει για την ΑΕΛ. Ο ύμνος, το «ΑΕΛ γερά» ακούγεται και στο γήπεδο πριν ξεκινήσει ο αγώνας. Και είναι ωραίο πράγμα να μπαίνεις στο γήπεδο και να ακούγεται το τραγούδι σου. Το άλλο, ένα ζεϊμπέκικο για τους νεκρούς της ΑΕΛ, ακούγεται κάθε Σεπτέμβριο, όταν είναι η επέτειος του θανάτου τους. Τα υπόλοιπα έχω δυο-τρεις φίλους σε ραδιοφωνικούς σταθμούς που τα βάζουν.

Στα τραγούδια αυτά γράφεις και στίχους και μουσική;

Ναι. Αρχικά έγραφα μουσική, κάποιες μελωδίες, αλλά δεν είχα έφεση στους στίχους και κόλλαγα. Το πάλεψα και τα τελευταία χρόνια κατάλαβα ότι δεν είναι τίποτα κι αυτό, είναι συνήθεια. Άλλες φορές μου έρχεται η μελωδία και πάω να βρω τους στίχους, άλλες φορές, π.χ. στο φαρμακείο αν δεν έχω δουλειά, βάζω ένα νοηματικό δρόμο σε μια σειρά και σιγά σιγά τον προεκτείνω.
Πιστεύω όμως ότι έχω ένα ταλέντο στη μελωδία. Όπως έλεγαν ότι ο Μακ Κάρτνεϊ είναι ο μελωδός των Beatles, ενώ ο Λένον ήταν πιο καλός στους στίχους, κάτι τέτοιο συμβαίνει. Βέβαια όλα είναι χιλιογραμμένα, ακόμη και οι μελωδίες είναι συρραφές ουσιαστικά. Δηλαδή είμαι καλός στις συρραφές, θα έλεγα. Και αυτό είναι μάλλον επειδή έχω ακούσει τα πάντα. Πιστεύω ότι η στιχουργική μου είναι κάτι που το κάνω αναγκαστικά, το σέρνω. Μπορεί να βγάλω και κάτι καλό ή έξυπνο ή σαρκαστικό ή και ένα ερωτικό, αλλά δεν θεωρώ ότι είναι το δυνατό μου σημείο.

Γενικά τι θεματολογία έχουν τα τραγούδια σου;

Περισσότερο μου αρέσει να γράφω ερωτικά τραγούδια. Τώρα τελευταία βέβαια γράφω και κάποια σατιρικά. Δεν είναι ότι δεν υπάρχουν και κοινωνικά προβλήματα, αλλά τώρα τι να γράψεις για την υπερκαταναλωτική μανία των ανθρώπων και την ξιπασιά τους, τα «δήθεν», τα πούρα, τα σακάκια, τις Πόρσε Καγιέν; Αυτά μπορείς να τα γράψεις, αλλά θα βγει σαν απλή σάτιρα, δεν θα δώσεις την προοπτική που έδινε π.χ. ο Θεοδωράκης.
Έχω γράψει π.χ. ένα σατιρικό για το δήμαρχο της Λάρισας. Είχε παρεξηγηθεί για ένα διάστημα στην αρχή, γιατί το έπαιρναν και το έβαζαν στα ραδιόφωνα και στις τηλεοράσεις και δεν ήξερε τι να κάνει. Τελικά το ξεπέρασε κι αυτός και του αρέσει κιόλας, όποτε τον βλέπω μου χαμογελάει. Ή έχω γράψει ένα άλλο για το φαρμακείο: «Ε και λοιπόν, ε και λοιπόν / δεν ζω μόνο για τα Depon / και πριν αρχίσω τα Stedon / θα τραγουδώ προς το παρόν».

Κι όλα αυτά σε τι μουσικό ύφος;

Μου αρέσει το στυλ του Σπανού, του Πλέσσα, τέτοια πράγματα, αλλά έχω γράψει τα πάντα, μέχρι και ροκ. Μέχρι και τα κανταδίστικα, του στυλ Μπαγιαντέρα, μου αρέσουν κι αυτά. Ακόμη και τον Καζαντζίδη, που είναι πιο βαρύς, τον ξέρω, τον έχω μελετήσει.
Έχω σχέση και με το περιοδικό «Λαϊκό Τραγούδι», με το Γιώργο τον Κοντογιάννη το δημοσιογράφο έχουμε οργανώσει διαλέξεις, έχουμε φέρει στη Λάρισα τον Κώστα τον Τσιτσάνη —το γιο του Βασίλη—, τον καθηγητή Θεόφιλο Αναστασίου από τα Τρίκαλα, έχουμε παρουσιάσει διάφορα μουσικά βιβλία.

Πώς βλέπεις γενικά τη δραστηριότητα γύρω από τη μουσική στην πόλη σου;

Είναι καλά τα πράγματα. Το μουσικό γυμνάσιο κάνει δουλειά. Υπάρχουν 2-3 θεατρικές σκηνές που χρησιμοποιούν πολύ τη μουσική και υπάρχουν άτομα που γράφουν μουσική για τα θέατρά μας. Υπάρχουν παιδιά που δεν τους ξέρει κανένας, αλλά κι αυτοί έχουν τα στούντιό τους και γράφουν.
Οι μεγαλύτερης ηλικίας συνήθως δουλεύουν σε μαγαζιά, είναι γνωστοί, αλλά δύσκολα κάνουν πολλά πράγματα, γιατί δεν υπάρχει χρόνος και χρήμα για να επενδύσουν στη δισκογραφία.

Είναι δύσκολα πιστεύεις τα πράγματα σήμερα στη μουσική παραγωγή;

Βέβαια. Βλέπεις να μπαίνουν τα δικαιώματα των καλλιτεχνών στο ζύγι. Κανείς δεν περίμενε, π.χ., να βγάζει δίσκο ο Πάριος ή ο Πλούταρχος και να μπαίνει στο περίπτερο. Έχει απαξιωθεί η μουσική δημιουργία, γι? αυτό πολλοί το ?χουν ρίξει σε κομμάτια με έθνικ ήχους ανακατεμένους με στίχους πολύ περίεργους, που είναι ποιητικοί, αλλά ουσιαστικά δεν λένε τίποτα. Ή κάποιος εκεί που περίμενες να βάλει ένα ρε μινόρε, τραβάει ένα ρε ματζόρε μόνο και μόνο για να κάνει τη διαφορά. Όμως η καλή μελωδία είναι καλή μελωδία για όλους μας.

Πώς βλέπεις λοιπόν το μέλλον της μουσικής;

Νομίζω ότι το μέλλον είναι σε αυτό που κάνουν τα νέα παιδιά, που είναι εξοικειωμένα με τα κομπιούτερ: στήνουν ένα στούντιο στο σπίτι τους και αγοράζουν κάποια μηχανήματα στην πορεία. Η νεολαία κάνει πολλά πράγματα σίγουρα. Πιστεύω ότι υπάρχουν πολλές παραγωγές που δεν έρχονται στα αφτιά τα δικά μας, που είμαστε λίγο μεγαλύτεροι. Οι παλιοί έχουν βαρεθεί, έχουν στερέψει. Από τους παλιούς, τους δικούς μας, από τους οποίους εγώ αγάπησα τα ελληνικά τραγούδια, δεν ασχολείται κανένας πλέον.
Βέβαια ο κόσμος έχει τα προβλήματά του. Κι εγώ αν είχα σοβαρά οικονομικά προβλήματα πρέπει να ήμουν πολύ «χτυπημένος» για να ασχολούμαι με τη μουσική. Η μουσική και ο πολιτισμός είναι κάτι που θέλει να έχεις οικονομική άνεση, αλλιώς πρέπει να υπάρχουν συγκυρίες που να σε οδηγήσουν εκεί.

Κι εσύ είσαι από τους τυχερούς που έχουν ένα σταθερό εισόδημα.

Έτσι είναι. Όσο κι αν υπάρχει κρίση, πιστεύω ότι ένα μεροκάματο θα το βγάζουμε, δεν φοβάμαι μήπως κλείσει το φαρμακείο. Και σήμερα λέω ευτυχώς που δεν ασχολήθηκα επαγγελματικά με τη μουσική, γιατί είναι σκληρό το επάγγελμα και για να ανέβεις πρέπει να είσαι σκληρός άνθρωπος, να μπεις σε κυκλώματα, να έχεις μάνατζερ, οι οποίοι θα σε καβαλήσουν κι αυτοί κάποια στιγμή. Εμένα δεν με ενδιέφερε ποτέ αυτό. Για μένα η μουσική είναι μια διέξοδος. Καλύτερα που δεν έμπλεξα σοβαρά μ? αυτό το πράγμα, γιατί ούτε οικογένεια θα είχα κάνει της προκοπής ούτε τίποτα.
Βέβαια σκέφτομαι κάποια στιγμή, ανάλογα με το πώς θα πάνε τα πράγματα στο φαρμακείο, να ανοίξω ένα δισκάδικο, γιατί βλέπω ότι βγαίνουν ξανά στη μόδα —δεν είναι απίθανο η βιομηχανία κάποια στιγμή να σωθεί με την επαναφορά του βινυλίου. Ή ακόμη σκέφτομαι να ασχοληθώ με τον πολιτιστικό τουρισμό. Όλα αυτά βέβαια αργότερα, είναι νωρίς ακόμα.

Βλέποντας πως έχεις παρουσία σε ό,τι έχει σχέση με μουσική δραστηριότητα στη Λάρισα, αναρωτιέμαι πώς το αντιμετωπίζουν οι πελάτες σου στο φαρμακείο όλο αυτό.

Με τους πελάτες είναι καλά τα πράγματα ευτυχώς. Ενώ συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις υπάρχει φθόνος και ζήλια, εγώ δεν έχω αντιμετωπίσει κάτι τέτοιο. Ίσως επειδή βλέπει ο κόσμος ότι έχουν περάσει πολλά χρόνια κι ούτε χρήματα έχω βγάλει, ούτε τίποτα. Στην αρχή σε βλέπουν λίγο διστακτικά, αλλά μετά βλέπουν ότι γίνονται όλα με καημό και μεράκι, και τελικά του κόσμου του φεύγει η ζήλια και βγαίνει η καλή τους πλευρά. Με σταματάνε στο δρόμο, μου λένε μπράβο, έρχονται στο φαρμακείο. Αυτά είναι που σε κάνουν να γυρίζεις σπίτι και να έχεις μια ικανοποίηση…

Η αίσθηση που μου δίνεις είναι ότι αντιμετωπίζεις τα πράγματα με μια αθωότητα, ένα ρομαντισμό, θυμίζεις ίσως τους κανταδόρους άλλων εποχών.

Ναι, αισθάνομαι ότι θα ήθελα να βγω σε ένα μπαλκόνι να τραγουδήσω σε μια κυρία, σε μια κοπέλα, να κάνω μια καντάδα, όπως έκαναν παλιά. Δεν μπορώ να το κάνω σήμερα αυτό. Και τι άλλο μπορώ να κάνω; Να δώσω το CD μου.
Επειδή ο πατέρας μου παντρεύτηκε μεγάλος και με έκανε 50 χρονών, χάθηκε μάλλον μια γενιά και φαίνεται το DNA μου είναι ακόμη στην προηγούμενη γενιά. Δεν μπορώ να το εξηγήσω αλλιώς, γιατί είμαι πολύ της παλιάς σχολής για κάποιους. Έχω γράψει ένα τραγούδι που λέω «όταν θυμάμαι κοπέλες στα μπαλκόνια / όταν θυμάμαι τους άντρες στα γιαπιά / στο νου μου έρχονται τραγούδια απ? τ? αηδόνια / γιορτάζει η άνοιξη, γιορτάζει η καρδιά». Δηλαδή έχω γράψει και τέτοια τραγούδια που δείχνουν αυτή τη διάθεση να βρω αυτά τα παλιά πράγματα που χάθηκαν. Πού και πού την έχω αυτή τη νοσταλγία.
Εκτύπωση
Μεγέθυνση Γραμμάτων Σμίκρυνση Γραμμάτων Αρχικό Μέγεθος

Διαβάστε επίσης

Και αμφισβητεί την εξειδίκευση των φαρμακοποιών στο φάρμακο
Και ζητά να ενταχθούν τα φαρμακεία στη νέα ρύθμιση για τα POS






Σχετικά άρθρα

ΠΦΣ: Κατηγορεί τον υπουργό Οικονομικών ότι ευνοεί τράπεζες και funds
Και ζητά να ενταχθούν τα φαρμακεία στη νέα ρύθμιση για τα POS
Σε 56 χώρες επιτρέπεται ο εμβολιασμός στα φαρμακεία
Σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της Διεθνούς Φαρμακευτικής Ομοσπονδίας (FIP)