«Υπάρχει ένα πράγμα στον κόσμο που δεν πρέπει να λησμονείς. Μπορείς να ξεχάσεις τα πάντα, χωρίς να υπάρχει λόγος ανησυχίας, εκτός από αυτό το ένα πράγμα. Αν θυμάσαι οτιδήποτε άλλο, αλλά ξεχνάς αυτό το ένα πράγμα, δεν θα έχεις καταφέρει τίποτα. Θα ήταν σαν ένας βασιλιάς να σε έστελνε σε ένα χωριό για μια συγκεκριμένη αποστολή και πηγαίνοντας πραγματοποιούσες εκατοντάδες άλλες δραστηριότητες αλλά είχες αμελήσει να εκπληρώσεις το έργο για το οποίο είχες αποσταλεί. Θα ήταν σαν να μην είχες κάνει τίποτα. Ο άνθρωπος έχει έρθει στον κόσμο για ένα συγκεκριμένο σκοπό και στόχο. Αν δεν πληροίς το σκοπό αυτό, δεν έχεις κάνει τίποτα».
Ρουμί, Πέρσης μύστης ποιητής του 13ου αιώνα
Με αφορμή το παραπάνω απόσπασμα, αναρωτιέμαι εάν ως φαρμακοποιοί γνωρίζουμε ποιο είναι αυτό το ένα πράγμα που ποτέ δεν πρέπει να ξεχνάμε, ποιος είναι ο σκοπός και στόχος του φαρμακοποιού και του φαρμακείου, ποιες κοινωνικές ανάγκες καλύπτουμε και με ποιον τρόπο.
Είναι τραγικό να συνειδητοποιείς, για ένα επάγγελμα που ταυτόχρονα θέλει να λέγεται και λειτούργημα, ότι τέτοιου είδους ερωτήματα τα οποία θα έπρεπε να είναι ήδη απαντημένα, όχι απλά δεν είναι, αλλά έχουν περάσει στη λήθη.
Και εάν η Λήθη, η προσωποποίηση της λησμονιάς, μας συνόδευε έως εχθές μαζί με τον αδελφό της τον Ύπνο, φαίνεται ότι φλερτάρει με την ιδέα να μας συνοδεύει από αύριο με τον άλλο αδελφό της, το Θάνατο.
Το τραγικό λοιπόν γίνεται επικίνδυνο όταν η συγκυρία γίνεται… μνημονιακή. Ειδικά όταν το σχέδιο σωτηρίας που θέλησαν να εφαρμόσουν οι «κυβερνώντες» στη χώρα μας δεν φαντάστηκαν ότι μπορεί να μετατραπεί σε ανεξέλεγκτη και πλήρη καταστροφή. Το πλαίσιο του μνημονίου δεν είναι απλά δυσβάστακτο, αλλά είναι πλαίσιο πραγματικής ασφυξίας, ειδικά για εκείνα τα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας που η αφθονία και ο κομφορμισμός μείωσε αισθητά τα αντανακλαστικά τους και ευνούχισε τη σκέψη και τη δράση τους. Μεταξύ αυτών είμαστε και εμείς οι φαρμακοποιοί.
Όταν λοιπόν σήμερα το μόνο που βλέπουμε γύρω μας είναι σκόνη που αναδύεται από τις σταθερές της ελληνικής κοινωνίας, οι οποίες γκρεμίζονται μία προς μία, χρειαζόμαστε ένα όραμα, μια εικόνα του τοπίου «πέρα από την ομίχλη» που θα πρέπει να προσεγγίσουμε, και ένα στρατηγικό σχέδιο, δηλαδή το μονοπάτι που θα πρέπει να διαλέξουμε για να φτάσουμε αλώβητοι ως εκεί, έξω από τα χαλάσματα.
Ένα τέτοιο όραμα θα πρέπει:
- Να θέτει στο επίκεντρο τις ανάγκες του ασθενή και της χώρας.
- Να εκσυγχρονίζει τη φαρμακευτική παράδοση και πρακτική.
- Να εμπνέει και να περιλαμβάνει όλες τις γενιές των φαρμακοποιών.